jointed$41650$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

jointed$41650$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Jointed goatgrass; Jointed goat grass; Jointed Goatgrass (disambiguation)

jointed      
adj. αρθρωτός
wild radish         
  • Habit
  • Wild radish in a cereal field margin
  • The basal leaves are often pinnately divided.
  • The petals have a characteristic pattern of veins
SPECIES OF FLOWERING PLANT
Jointed charlock; Wild Radish; Wild radish; Sea radish
ραφανίδα

Ορισμός

double-jointed
¦ adjective (of a person) having unusually flexible joints.
Derivatives
double-jointedness noun

Βικιπαίδεια

Jointed Goatgrass

Jointed goatgrass may refer to:

  • Aegilops cylindrica
  • Aegilops triuncialis